Οι αλλεργιολογικές δερματικές δοκιμασίες (αλλεργικά τεστ) αποσκοπούν στην αναγνώριση του ειδικού αλλεργιογόνου που προκαλεί τα συμπτώματα του ασθενούς.

Αυτό μπορεί να είναι αλλεργιογόνο της ατμόσφαιρας που προκαλεί αναπνευστική αλλεργία, τροφικό αλλεργιογόνο, χημική ουσία που προκαλεί αλλεργική δερματίτιδα εξ επαφής, φάρμακο ή δηλητήριο υμενοπτέρου (μέλισσας ή σφήκας).

Δερματικές δοκιμασίες

Οι δερματικές δοκιμασίες δια νυγμού (skin prick tests) συνίστανται στην τοποθέτηση στο αντιβράχιο του ασθενούς, και σε απόσταση περίπου 3 εκατοστών μεταξύ τους, εκχυλισμάτων που περιέχουν σε αραιωμένη μορφή το υπό έλεγχο αλλεργιογόνο.

Ακολουθεί ανεπαίσθητος σκαριφισμός/τσίμπημα του δέρματος, με ξεχωριστό σκαριφιστή, δια μέσω του εκχυλίσματος και μετά από 15-20 λεπτά γίνεται ανάγνωση του αποτελέσματος.

Αν κάποιο τεστ είναι θετικό, παρατηρείται τοπικά ήπια αντίδραση που μοιάζει με τσίμπημα κουνουπιού και η οποία υποχωρεί σε λίγες ώρες χωρίς να αφήνει οποιοδήποτε σημάδι.

Οι δοκιμασίες δια νυγμού γίνονται σε οποιαδήποτε ηλικία και είναι εξαιρετικά αξιόπιστες. Στην περίπτωση αναπνευστικής αλλεργίας δοκιμάζονται τουλάχιστον 60 αλλεργιογόνα.

Απαραίτητη προϋπόθεση για να γίνουν οι δοκιμασίες δια νυγμού είναι ο ασθενής να μην έχει λάβει αντιισταμινική αγωγή για τουλάχιστον 5 ημέρες.

Eνδοδερμικές δοκιμασίες

Οι ενδοδερμικές δοκιμασίες γίνονται ως συνέχεια των δοκιμασιών δια νυγμού στη φαρμακευτική αλλεργία και την αλλεργία σε υμενόπτερα.

Συνίστανται στη χορήγηση μικρής ποσότητας αλλεργιογόνου, σε συγκεκριμένη πάντα συγκέντρωση, ακριβώς κάτω από την επιφανειακή στοιβάδα του δέρματος όπως γίνεται και στη δοκιμασία φυματίωσης (Mantoux).

Τα αποτελέσματα διαβάζονται συνήθως σε 20 λεπτά, ειδικά όμως για τη φαρμακευτική αλλεργία μπορεί να χρειαστεί ανάγνωση και στις 48 ώρες.

Patch Tests

Τα patch tests είναι το μείζον διαγνωστικό εργαλείο της δερματίτιδος εξ επαφής. Επίσης, μπορεί να χρησιμοποιηθούν σε περιπτώσεις φαρμακευτικής αλλεργίας όπου ο ασθενής εμφάνισε αντίδραση επιβραδυνόμενου τύπου (π.χ. κηλιδοβλατιδώδες εξάνθημα) ή με τη μορφή atopy patch test σε ασθενείς με ατοπική δερματίτιδα στους οποίους είναι σκόπιμο να γίνει διερεύνηση για συγκεκριμένες τροφικές αλλεργικές νόσους (όπως η ηωσινοφιλική οισοφαγίτιδα και η αλλεργική πρωκτοκολίτιδα).

Σε όλες αυτές τις αλλεργικές παθήσεις, ο μηχανισμός της αλλεργίας δεν είναι άμεσος (δηλαδή η αλλεργική αντίδραση δεν συμβαίνει μέσα στην πρώτη ώρα από την επαφή με το αλλεργιογόνο) αλλά απαιτούνται περισσότερες ώρες για να εκδηλωθούν τα συμπτώματα.

Τα patch tests αποτελούν ανώδυνη εξέταση, τοποθετούνται με τη μορφή ταινιών στη ράχη του ασθενούς όπου παραμένουν επί 48 ώρες χωρίς να έρθουν σε επαφή με το νερό.

Μετά το πέρας των 48 ωρών αφαιρούνται και διαβάζονται για πρώτη φορά. Στη συνέχεια, η ράχη του ασθενούς παραμένει ελεύθερη και επανεξετάζεται στις 72 ώρες οπότε και τίθεται η τελική διάγνωση.

Μπορεί ωστόσο ο ιατρός να κρίνει ότι χρειάζεται περισσότερος χρόνος για να τεθεί η διάγνωση, π.χ. 96 ώρες. Για τις 72-96 αυτές ώρες, ο ασθενής δεν θα πρέπει να πλύνει τα σημεία όπου έχουν τοποθετηθεί τα patch tests και θα πρέπει κατά το δυνατόν να αποφύγει τη σωματική δραστηριότητα διότι ο ιδρώτας μπορεί να τα ξεκολλήσει και να μην είναι δυνατή η εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων.

Γι’ αυτό και κατά κανόνα αποφεύγεται η εφαρμογή τους κατά τους θερμούς καλοκαιρινούς μήνες. Θετικά είναι τα τεστ όπου ανιχνεύεται ήπια τοπική αντίδραση (π.χ. ερυθρότητα, διήθηση ή βλατίδες). Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι προς διερεύνηση ουσίες εξατομικεύονται για κάθε ασθενή ανάλογα με το ιστορικό της αλλεργίας του.

Σπειρομέτρηση

Η σπειρομέτρηση αποτελεί μια απλή, γρήγορη, ανώδυνη ιατρική πράξη, με την οποία μετρούνται πνευμονικοί όγκοι και χωρητικότητες.

Η σπειρομέτρηση είναι ένα εξαιρετικά χρήσιμο διαγνωστικό μέσο όχι μόνο στη διάγνωση αλλά και στην παρακολούθηση της πορείας των ασθενών με άσθμα καθώς και την απάντησή τους στη χορηγούμενη θεραπεία.

Κατά τη διάρκεια της σπειρομέτρησης ο εξεταζόμενος εκπνέει όσο μπορεί πιο ισχυρά και παρατεταμένα έχοντας κλειστή τη μύτη με ειδικό «μανταλάκι» τοποθετώντας σφιχτά τα χείλη του γύρω από ένα κυλινδρικό επιστόμιο.

Σκοπός είναι να καταμετρηθεί η δύναμη εκπνοής που αποτελεί και μέτρο της βατότητας των βρόγχων του.

Το άσθμα χαρακτηρίζεται από παροδική στένωσή τους η οποία ποσοτικοποιείται με τη σπειρομέτρηση.

Η διαδικασία επαναλαμβάνεται 3 φορές για μεγαλύτερη αξιοπιστία. Απαραίτητη είναι η επανάληψη της διαδικασίας μετά από βρογχοδιαστολή, ώστε να αξιολογηθεί ο βαθμός βελτίωσης (αντιστροφής) μετά τη λήψη του φαρμάκου.

Αυτή η ενδεχόμενη αντιστροφή είναι και το βασικό κριτήριο στη διάγνωση του άσθματος.

Μπορεί να απαιτηθούν ειδικές μορφές σπειρομέτρησης ανάλογα με το ιστορικό του ασθενή.

Παράδειγμα είναι το άσθμα μετά από έντονη σωματική άσκηση όπου μπορεί να απαιτηθεί σπειρομέτρηση πριν και μετά από άθληση.

Με τη μέθοδο αυτή, διαγιγνώσκεται το άσθμα το οποίο μπορεί να εμφανίζεται μόνο κατά τη διάρκεια της άσκησης λόγω των αυξημένων αναπνευστικών αναγκών ενώ σε ηρεμία να μην γίνεται αντιληπτό.

Είναι πολύ σημαντικό η σπειρομέτρηση να εκτελείται με το σωστό τρόπο διότι σε αντίθετη περίπτωση το αποτέλεσμα είναι παραπλανητικό.

Προκλήσεις

Σε πολλές περιπτώσεις, δυστυχώς, ούτε το ιστορικό ούτε ο ενδελεχής εργαστηριακός έλεγχος αρκούν για να τεθεί διάγνωση.

Τότε ο ιατρός καταφεύγει στη δοκιμασία πρόκλησης. Ουσιαστικά, η πρόκληση είναι η διαδικασία εκείνη κατά την οποία ο ασθενής εκτίθεται στον ύποπτο αιτιολογικό παράγοντα, στο αλλεργιογόνο, σε ελεγχόμενο περιβάλλον και αξιολογείται η αντίδρασή του σε αυτό.

Είναι συνήθης τακτική στη φαρμακευτική και τροφική αλλεργία. Ο ασθενής εξετάζεται λεπτομερώς (ζωτικά σημεία, αντικειμενικές παράμετροι της αναπνευστικής λειτουργίας, λεπτομερής επισκόπηση του δέρματος) και εν συνεχεία εκτίθεται βάσει πρωτοκόλλου σε σταδιακά αυξανόμενες δόσεις στο φάρμακο ή την τροφή.

Άλλες προκλήσεις είναι η ρινική, η οφθαλμική και η βρογχική οι οποίες γίνονται για την επιβεβαίωση ευαισθητοποίησης σε αερομεταφερόμενα αλλεργιογόνα (π.χ. γύρεις, ακάρεα της οικιακής σκόνης, επιθήλια ζώων).

Η ρινική πρόκληση χρησιμοποιείται για την επιβεβαίωση της αλλεργικής ρινίτιδας που οφείλεται σε συγκεκριμένο αεροαλλεργιογόνο.

Γίνεται με την ενστάλλαξη σε προοδευτικά αυξανόμενες ποσότητες εκχυλίσματος αλλεργιογόνου μέσα στη μύτη του ασθενή με σκοπό την επαγωγή κλινικών συμπτωμάτων ρινίτιδας.

Τα συμπτώματα που αξιολογούνται και καταγράφεται η έντασή τους είναι η ρινική καταρροή και συμφόρηση, οι πταρμοί και ο κνησμός.

Πρόκειται για συμπτώματα ήπια, παροδικά, εύκολα ελεγχόμενα στο αλλεργιολογικό ιατρείο τα οποία, αν εμφανιστούν, επιβεβαιώνουν όχι μόνο το αλλεργικό υπόβαθρο αλλά ταυτοποιούν και το υπεύθυνο αλλεργιογόνο.

Αντίστοιχη είναι και η οφθαλμική πρόκληση για τη διάγνωση της αλλεργικής επιπεφυκίτιδας μόνο που η ενστάλλαξη του αλλεργιογόνου γίνεται με ειδικές οφθαλμικές σταγόνες στο μάτι του ασθενή.

Αιματολογικός Έλεγχος

Η δεύτερη κατηγορία αλλεργιολογικών εξετάσεων είναι ο αιματολογικός έλεγχος. Χρησιμοποιείται κυρίως στη διάγνωση της αναπνευστικής και τροφικής αλλεργίας αλλά και της φαρμακευτικής και της αλλεργίας στα υμενόπτερα . Η ταυτόχρονη διενέργεια του αιματολογικού ελέγχου μαζί με τα δερματικά τεστ αφενός δρα επιβεβαιωτικά, αφετέρου συμβάλλει στην αύξηση της διαγνωστικής ευαισθησίας.

Τα αιματολογικά τεστ, ανάλογα με την εργαστηριακή μέθοδο που ακολουθείται, ονομάζονται  RAST ή CAP και υπολογίζουν την ποσότητα των ειδικών αντισωμάτων (ειδικά IgE) που αναγνωρίζουν τα αλλεργιογόνα και, επομένως, είναι υπεύθυνα για τις αλλεργικές εκδηλώσεις.