Η σπειρομέτρηση αποτελεί μια απλή, γρήγορη, ανώδυνη ιατρική πράξη, με την οποία μετρούνται πνευμονικοί όγκοι και χωρητικότητες.

Η σπειρομέτρηση είναι ένα εξαιρετικά χρήσιμο διαγνωστικό μέσο όχι μόνο στη διάγνωση αλλά και στην παρακολούθηση της πορείας των ασθενών με άσθμα καθώς και την απάντησή τους στη χορηγούμενη θεραπεία.

Κατά τη διάρκεια της σπειρομέτρησης ο εξεταζόμενος εκπνέει όσο μπορεί πιο ισχυρά και παρατεταμένα έχοντας κλειστή τη μύτη με ειδικό «μανταλάκι» τοποθετώντας σφιχτά τα χείλη του γύρω από ένα κυλινδρικό επιστόμιο.

Σκοπός είναι να καταμετρηθεί η δύναμη εκπνοής που αποτελεί και μέτρο της βατότητας των βρόγχων του.

Το άσθμα χαρακτηρίζεται από παροδική στένωσή τους η οποία ποσοτικοποιείται με τη σπειρομέτρηση.

Η διαδικασία επαναλαμβάνεται 3 φορές για μεγαλύτερη αξιοπιστία. Απαραίτητη είναι η επανάληψη της διαδικασίας μετά από βρογχοδιαστολή, ώστε να αξιολογηθεί ο βαθμός βελτίωσης (αντιστροφής) μετά τη λήψη του φαρμάκου.

Αυτή η ενδεχόμενη αντιστροφή είναι και το βασικό κριτήριο στη διάγνωση του άσθματος.

Μπορεί να απαιτηθούν ειδικές μορφές σπειρομέτρησης ανάλογα με το ιστορικό του ασθενή.

Παράδειγμα είναι το άσθμα μετά από έντονη σωματική άσκηση όπου μπορεί να απαιτηθεί σπειρομέτρηση πριν και μετά από άθληση.

Με τη μέθοδο αυτή, διαγιγνώσκεται το άσθμα το οποίο μπορεί να εμφανίζεται μόνο κατά τη διάρκεια της άσκησης λόγω των αυξημένων αναπνευστικών αναγκών ενώ σε ηρεμία να μην γίνεται αντιληπτό.

Είναι πολύ σημαντικό η σπειρομέτρηση να εκτελείται με το σωστό τρόπο διότι σε αντίθετη περίπτωση το αποτέλεσμα είναι παραπλανητικό.